Ένδοιος

1. Εισαγωγή

Ο Ένδοιος είναι ένας από τους λίγους γλύπτες της Αρχαϊκής εποχής που μας είναι γνωστοί τόσο μέσα από τη γραπτή παράδοση όσο και από τις υπογραφές τους. Έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους συγχρόνους του και ανέλαβε παραγγελίες για λατρευτικά αγάλματα σε όλο σχεδόν τον ελληνικό κόσμο, καθώς και για αναθήματα και επιτύμβια μνημεία επιφανών μελών της αθηναϊκής αριστοκρατίας. Δούλευε εξίσου καλά το ξύλο, το ελεφαντόδοντο και το μάρμαρο, ενώ ήταν και ζωγράφος. Γενικά φαίνεται ότι είχε ιδιαίτερη προτίμηση στα καθιστά αγάλματα και ίσως ήταν εκείνος που εισήγαγε αυτό τον κατεξοχήν ιωνικό αγαλματικό τύπο στην Αθήνα. Από τα έργα της πρώιμης περιόδου του στη Μικρά Ασία μάς σώζονται ελάχιστα. Η τέχνη του είναι κυρίως γνωστή από τα έργα του στην Αθήνα.

2. Βιογραφικά στοιχεία – Έργο

Ο Παυσανίας αναφέρει ότι ο Ένδοιος ήταν Αθηναίος πολίτης και μαθητής του Δαιδάλου, τον οποίο ακολούθησε στην Κρήτη.1 Μεγάλη μερίδα των σύγχρονων μελετητών της αρχαϊκής πλαστικής, δίνοντας βάση στην πληροφορία αυτή του Παυσανία, θεωρεί ότι ο Ένδοιος καταγόταν από την Αθήνα. Ωστόσο η σταδιοδρομία, τα έργα, οι υπογραφές και η πελατεία του δείχνουν ότι πρόκειται μάλλον για Ίωνα που ήρθε να εργαστεί στην Αθήνα στο β' μισό του 6ου αι. π.Χ., όπως και πολλοί άλλοι σύγχρονοί του κεραμείς, αγγειογράφοι, γλύπτες και ποιητές από τη Μικρά Ασία. Η πληροφορία του Παυσανία σημαίνει ίσως ότι απονεμήθηκαν τιμητικά στον Ένδοιο τα πολιτικά δικαιώματα του Αθηναίου έπειτα από παρέμβαση των αριστοκρατών πελατών του που συνδέονταν στενά με την πολιτική εξουσία. Όσο για τη σχέση του με το Δαίδαλο, πρόκειται μάλλον για μυθοπλασία που συνέδεε ένα από τα αρχαιότερα γνωστά ονόματα της γλυπτικής με το μυθικό πρόγονο όλων των γλυπτών, ο οποίος, κατά τη γραπτή παράδοση, καταγόταν από την Αθήνα.2

Αφού διδάχτηκε την τέχνη της γλυπτικής στην Ιωνία, ο Ένδοιος απέκτησε μεγάλη φήμη. Έτσι, γύρω στο 550-540 π.Χ., επί βασιλείας
Κροίσου, ανέλαβε, στο πλαίσιο της ανέγερσης του Αρτεμισίου της Εφέσου, την κατασκευή του ξύλινου ή ελεφάντινου λατρευτικού αγάλματος της Αρτέμιδος Εφεσίας.3 Κάποιον απόηχο του χαμένου αυτού αγάλματος διατηρούν ίσως τα πολυάριθμα ρωμαϊκά αντίγραφα μιας Αρτέμιδος Εφεσίας που μας σώζονται. Στον Ένδοιο έχουν αποδοθεί –όμως με πολύ ισχνή επιχειρηματολογία– οι ανάγλυφοι σπόνδυλοι κιόνων του Αρτεμισίου. Την ίδια εποχή εργάστηκε και στις γειτονικές Ερυθρές, όπου φιλοτέχνησε για το ιερό της Αθηνάς Πολιάδος το ξύλινο κολοσσικό καθιστό λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς Εργάνης και ένα μαρμάρινο σύμπλεγμα Χαρίτων και Ωρών.4 Από το λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς δε σώζεται τίποτα. Αντίθετα, έχει προταθεί η ταύτιση ενός περίφημου αγάλματος κόρης από τις Ερυθρές (550-525 π.Χ.) με μία από τις Χάριτες και Ώρες του Ενδοίου.5

Στη συνέχεια, ίσως λόγω της κατάκτησης της
Λυδίας από τον Κύρο το 546 π.Χ., μετανάστευσε στην Αθήνα, με ενδιάμεσο σταθμό την Πελοπόννησο, όπου φιλοτέχνησε το ελεφάντινο λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα της Αρκαδίας. Το άγαλμα αυτό διασώθηκε από την πυρκαγιά του ναού το 395 π.Χ. και μεταφέρθηκε στη Ρώμη από τον Αύγουστο μετά τη ναυμαχία στο Άκτιο (31 π.Χ.).6 Τον εικονογραφικό του τύπο αντανακλά μάλλον ένα χάλκινο αγαλματίδιο όρθιας ένοπλης Αθηνάς στον τύπο της Προμάχου που βρέθηκε στο ιερό της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα.7 Η δραστηριότητα του γλύπτη στην Αθήνα χρονολογείται από το 540 έως το 520 π.Χ. περίπου, όταν υπολογίζεται ότι ήταν πια εξήντα ετών.

Ο Ένδοιος ήταν ιδιαίτερα συνδεδεμένος με την αυλή των τυράννων, διατηρώντας παράλληλα στενές σχέσεις και με τους Ίωνες που είχαν εγκατασταθεί στην Αθήνα. Γύρω στο 550-540 π.Χ. φιλοτέχνησε στην Ακρόπολη της Αθήνας ένα καθιστό άγαλμα Αθηνάς, ανάθημα του Αθηναίου αριστοκράτη και συγγενή των Πεισιστρατιδών Καλλία. Πρόκειται για ένα από τα λίγα αρχαϊκά αγάλματα στην Ακρόπολη που διασώθηκαν από την περσική καταστροφή του 480 π.Χ.· μπορούσε να το θαυμάσει κάποιος τουλάχιστον μέχρι και το 2ο αι. μ.Χ. κοντά στο Ερέχθειο.
8 Το άγαλμα αυτό ταυτίζεται βάσιμα από τους σύγχρονους μελετητές με το πολύ φθαρμένο μαρμάρινο καθιστό άγαλμα Αθηνάς αρ. 625 του Μουσείου Ακροπόλεως (530-520 π.Χ.) που βρέθηκε πεσμένο στη βόρεια κλιτύ της Ακρόπολης, κάτω από το Ερέχθειο, και συνδυάζει στοιχεία της ιωνικής και της αττικής γλυπτικής.9

Από την Αθήνα προέρχονται επίσης οι τρεις βεβαιωμένες υπογραφές του Ενδοίου. Μία από αυτές (550-525 π.Χ.) είναι χαραγμένη στη βάση του χαμένου σήμερα μαρμάρινου επιτύμβιου αγάλματος, πιθανότατα
κούρου, του Νηλωνίδη, ενός Ίωνα –ίσως Σάμιου– εγκατεστημένου στην Αθήνα.10 Η βάση αυτή διακοσμούνταν με μία εγχάρακτη και γραπτή καθιστή ανδρική μορφή, ίσως του ίδιου του νεκρού Νηλωνίδη ή του πατέρα του Νήλωνος ή ακόμη του θεού Άδη, έργο επίσης του Ενδοίου. Μία δεύτερη υπογραφή του γλύπτη σώζεται στον κίονα που στήριζε το χαμένο σήμερα αναθηματικό γλυπτό του Οφσίου (530-500 π.Χ.),11 μαζί με την υπογραφή του Σάμιου γλύπτη Φιλέργου, που εργαζόταν στο εργαστήριο του Ενδοίου. Η τρίτη υπογραφή του σώζεται στη βάση της επίσης χαμένης επιτύμβιας στήλης της Λαμπιτούς, που πέθανε μακριά από την πατρίδα της, την Ιωνία (γύρω στο 525 π.Χ.).12

Με βάση στιλιστικά στοιχεία αποδίδεται βάσιμα στον Ένδοιο το άγαλμα της κόρης αρ. 602 του Μουσείου Ακροπόλεως,
13 το οποίο θεωρείται ότι στεκόταν πάνω στον κίονα με τις υπογραφές του Φιλέργου και του Ενδοίου.14 Φαίνεται ότι ο Ένδοιος, ως κύριος του εργαστηρίου, πρόσθεσε την υπογραφή του στο έργο του νεότερου και πιο άπειρου γλύπτη. Κατά μία άποψη, που έχει όμως αμφισβητηθεί έντονα, ήταν ίσως ο δημιουργός του λατρευτικού αγάλματος από ξύλο ελιάς της Αθηνάς Πολιάδος στην Αθήνα, του πιο παλιού και διάσημου λατρευτικού αγάλματος της θεάς, που από την Κλασική εποχή φυλασσόταν στο Ερέχθειο.15 Φαίνεται ότι ο Ένδοιος πρόσθεσε πρόσωπο, χέρια, πόδια, χρυσή αιγίδα και γοργόνειο στο πανάρχαιο ανεικονικό ξόανο της θεάς, που πιστευόταν ότι είχε πέσει από τον ουρανό. Η παραγγελία για το άγαλμα πιθανόν έγινε στον Ένδοιο κατά την κατασκευή του ναού της Αθηνάς από τους Πεισιστρατίδες γύρω στο 520 π.Χ.

Αμφίβολη είναι η απόδοση στον Ένδοιο, με βάση επιγραφικά στοιχεία, μιας ανάγλυφης στήλης από την Ακρόπολη (αρχές 5ου αι. π.Χ.)
16 με παράσταση αγγειοπλάστη που κρατά δύο κύλικες, καθώς και της βόρειας, με παράσταση Γιγαντομαχίας, και της ανατολικής, με παράσταση Αγοράς Θεών, ζωφόρου του θησαυρού των Σιφνίων στους Δελφούς (περ. 525 π.Χ.).17 Με βάση μάλιστα στιλιστικές ομοιότητες με την ανάγλυφη στήλη του αγγειοπλάστη και την Αθηνά αρ. 625 του Μουσείου Ακροπόλεως έχει αποδοθεί στον Ένδοιο ή στο εργαστήριό του και πληθώρα άλλων διάσημων ολόγλυφων και ανάγλυφων έργων από την Αθήνα. Οι αποδόσεις αυτές όμως είναι εξίσου αμφίβολες. Πρόκειται μεταξύ άλλων για τη λεγόμενη κεφαλή Rayet της Γλυπτοθήκης της Κοπεγχάγης (αρ. 418), για τη βάση πιθανότατα επιτύμβιου κούρου στο Εθνικό Μουσείο (αρ. 3476), με παράσταση παικτών με μπάλα, για το καθιστό άγαλμα Διονύσου από την πλατεία Ελευθερίας στην Αθήνα (Εθνικό Μουσείο, αρ. 3711) και για την Αθηνά του αετώματος της Γιγαντομαχίας στην Ακρόπολη.18

3. Αποτίμηση

Ο Ένδοιος αναδύεται ως δυνατή και νεωτεριστική καλλιτεχνική προσωπικότητα που εμπνέεται από την ώριμη και ύστερη αρχαϊκή τέχνη της Ιωνίας όσον αφορά την επεξεργασία της επιφάνειας των γλυπτών του, την ενδυματολογία, την απόδοση της πτυχολογίας, τα τυπολογικά και εικονογραφικά χαρακτηριστικά. Συγχρόνως αντλεί δύναμη από το αττικό καλλιτεχνικό ιδίωμα του ύστερου 6ου αι. π.Χ., που διακρίνεται για τη ζωντάνια, την τρισδιάστατη απόδοση των μορφών και την ένταξή τους στο χώρο, καθώς και για την πλαστική ευαισθησία. Το έργο του άνοιξε νέους δρόμους και επηρέασε έντονα την τέχνη του πρώιμου 5ου αι. π.Χ.



1. Παυσ. 1.26.4. Πρβλ. Αθηναγ., Πρεσβ. π. Χριστ. 17.4.

2. Για τη σχετική συζήτηση βλ. Viviers, D., Recherches sur les ateliers de sculpteurs et la Cité d'Athènes à l'époque archaïque. Endoios, Philergos, Aristoklès (Académie Royale de Belgique, Gembloux 1992), σελ. 98-102.

3. Αθηναγ.,  Πρεσβ. π. Χριστ. 17.4· Plin.  HN. 16.79.214. Η απόδοση του έργου στον Ένδοιο έχει αμφισβητηθεί από το Fleischer, R., LIMC 2 (1984), σελ. 763, βλ. λ. “Artemis Ephesia”.

4. Παυσ. 7.5.9. Η ερμηνεία του αποσπάσματος αυτού από τον Παυσανία είναι αρκετά προβληματική. Βλ. De Waele, J.A., “The Athena of Endoios in Erythrai: a crux in Pausanias (7.5.9.)”, Platon 32-33 (1980-1981), σελ. 263-4.

5. Η κόρη αυτή βρέθηκε στο ιερό της Αθηνάς Πολιάδος στις Ερυθρές και είναι σήμερα στο Μουσείο της Σμύρνης, αρ. 5301. Βλ. Hermary, A., “Les têtes rapportées dans la sculpture grécque archaique”, BCH 122 (1998), σελ. 71-4, εικ. 9a-b.

6. Παυσ. 8.46.1.

7. Αθήνα, Εθνικό Μουσείο 14 828· Viviers, D., Recherches sur les ateliers de sculpteurs et la Cité d'Athènes à l'époque archaïque. Endoios, Philergos, Aristoklès (Académie Royale de Belgique, Gembloux 1992), σελ. 157, εικ. 37.

8. Παυσ. 1.24.4. Η ταύτιση του προσώπου του αναθέτη, και επομένως η χρονολόγηση της δραστηριότητας του Ενδοίου στην Αθήνα, είναι προβληματική. Πιο πειστική φαίνεται η άποψη ότι ο Καλλίας αυτός ήταν γιος του Υπεροχίδη και πεθερός του Ιππία. Βλ. Viviers, D., Recherches sur les ateliers de sculpteurs et la Cité d'Athènes à l'époque archaïque. Endoios, Philergos, Aristoklès (Académie Royale de Belgique, Gembloux 1992), σελ. 62-7.

9. Για το άγαλμα αυτό βλ. Viviers, D., Recherches sur les ateliers de sculpteurs et la Cité d'Athènes à l'époque archaïque. Endoios, Philergos, Aristoklès (Académie Royale de Belgique, Gembloux 1992), σελ. 162-9, εικ. 38-39.

10. Αθήνα, Επιγραφικό Μουσείο 12 870. Η βάση βρέθηκε εντοιχισμένη στο Θεμιστόκλειο τείχος, στα ΝΔ του Διπύλου.

11. Αθήνα, Επιγραφικό Μουσείο 6249. Ο κίονας βρέθηκε στην Ακρόπολη.

12. Αθήνα, Επιγραφικό Μουσείο 10 643. Η βάση βρέθηκε περίπου 250 μ. δυτικά της ανατολικής πύλης του κλασικού τείχους της Αθήνας.

13. Viviers, D., Recherches sur les ateliers de sculpteurs et la Cité d'Athènes à l'époque archaïque. Endoios, Philergos, Aristoklès (Académie Royale de Belgique, Gembloux 1992), σελ. 170-1, εικ. 40-41.

14. Αθήνα, Επιγραφικό Μουσείο 6249.

15. Κατά μια ερμηνεία του Αθηναγ., Πρεσβ. π. Χριστ. 17.4. Βλ. Floren, J., Die griechische Plastik 1: Die geometrische und archaische Plastik (Habdbuch der Archäologie, München 1987), σελ. 298· Kroll, J.H., “The Ancient Image of Athena Polias”, στο Studies in Athenian Architecture, Sculpture and Topography presented to H.A. Thompson, Supplement Hesperia 20 (Princeton 1982), σελ. 65-76, πίν. 11. Για το άγαλμα της Αθηνάς Πολιάδος στην Αθήνα βλ. Herington, C.J., Athena Parthenos and Athena Polias. A Study in the Religion of Periclean Athens (Manchester 1955)· Romano, I.B., Early Greek Cult Images (Diss. University of Pennsylvania 1980, Ann Arbor 1982), σελ. 42-57.

16. Μουσείο Ακροπόλεως 1332.

17. Μουσείο Δελφών 1392.

18. Για αυτές τις αποδόσεις βλ. συνοπτικά Viviers, D., Recherches sur les ateliers de sculpteurs et la Cité d'Athènes à l'époque archaïque. Endoios, Philergos, Aristoklès (Académie Royale de Belgique, Gembloux 1992) σελ. 170-4· Angiolillo, S., Arte e cultura nell’Atene di Pisistrato e dei Pisistratidi: Ο ΕΠΙ ΚΡΟΝΟΥ ΒΙΟΣ (Bibliotheca archeologica 4, Bari 1997), σελ. 173-84.