|
|
|
|
|
ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ
|
|
δευτερεύων των διακόνων, ο
Οφίκιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο δευτερεύων έχει τη θέση του αρχιδιακόνου όταν ο τελευταίος λείπει, και ηγείται των λοιπών διακόνων. Ενίοτε ο Πατριάρχης ανέθετε στον δευτερεύοντα των διακόνων εξαρχικά καθήκοντα.
|
σχολική εφορεία, η
Η σχολική εφορεία αποτελούνταν από μέλη είτε εκλεγμένα από την κοινότητα είτε ορισμένα από επιτροπή, τα οποία είχαν υποχρέωσή τους να φροντίζουν για τη σωστή λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
|
τοποτηρητής, ο
Εκπρόσωπος μητροπολίτη ή επισκόπου σε συνόδους ή σε αποστολές για εκκλησιαστικά ζητήματα. Τοποτηρητές μπορούσαν να είναι επίσκοποι ή και κατώτεροι κληρικοί. Σε περίπτωση χηρείας πατριαρχικού ή αρχιεπισκοπικού θρόνου, ο τοποτηρητής εκλέγεται από τη σύνοδο των μητροπολιτών ή ορίζεται τοποτηρητής ο αρχαιότερος επίσκοπος. Όταν χηρεύει επισκοπικός ή μητροπολιτικός θρόνος, τοποτηρητής ορίζεται συνήθως ο πρωτοσύγκελος της συγκεκριμένης εκκλησιαστικής επαρχίας, ή σπανιότερα κάποιος άλλος ιερωμένος.
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|
|